Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2021

ΚΑΡΛ ΜΑΡΞ - Οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης είναι σε κάθε εποχή οι κυρίαρχες ιδέες

 « Οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης  είναι σε κάθε εποχή οι κυρίαρχες ιδέες. Με άλλα λόγια,  η τάξη που είναι η κυρίαρχη υλική δύναμη της κοινωνίας, είναι ταυτόχρονα η κυρίαρχη  πνευματική της δύναμη. Η τάξη που έχει στη διάθεσή της τα μέσα της υλικής παραγωγής, διαθέτει  ταυτόχρονα τα μέσα  της πνευματικής παραγωγής, έτσι ώστε μιλώντας γενικά,  οι ιδέες αυτών που δεν έχουν τα μέσα της πνευματικής παραγωγής υποτάσσονται σ’  αυτά. Οι κυρίαρχες ιδέες δεν είναι τίποτε άλλο από την ιδεατή έκφραση των κυρίαρχων  υλικών σχέσεων, είναι  οι κυρίαρχες υλικές σχέσεις που συλλαμβάνονται σαν ιδέες, άρα είναι η έκφραση των σχέσεων που κάνουν  μια τάξη κυρίαρχη, επομένως οι ιδέες της κυριαρχίας της.  Τα άτομα που αποτελούν την κυρίαρχη τάξη, διαθέτουν ανάμεσα στ’  άλλα συνείδηση, και άρα σκέφτονται. Στο βαθμό επομένως που κυριαρχούν σαν τάξη και καθορίζουν όλη  την έκταση μιας εποχής, είναι αυτονόητο ότι το κάνουν  αυτό παντού, επομένως ανάμεσα στα άλλα κυριαρχούν επίσης σα στοχαστές, σαν παραγωγοί ιδεών, και ρυθμίζουν  την παραγωγή και διανομή των ιδεών της εποχής τους. Ετσι οι ιδέες τους είναι οι κυρίαρχες ιδέες της εποχής τους. Λόγου χάρη, σε μιαν εποχή και σε μια χώρα όπου η βασιλική εξουσία η αριστοκρατία και η αστική τάξη αγωνίζονται για την κυριαρχία και όπου επομένως η κυριαρχία είναι μοιρασμένη, η θεωρία της διάκρισης των εξουσιών αποδείχνεται σαν η κυρίαρχη ιδέα και εκφράζεται σαν ένας «αιώνιος νόμος»

                                             Κ. Μαρξ «Η γερμανική ιδεολογία»

                                                 Εκδ. Gytenberg,

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΛΤΣΩΝΗΣ - Η Τιεν Αν Μεν και ο μετασχηματισμός της Κίνας

 


 Αναδημοσίευση από το Κοσμοδρόμιο

Τα τραγικά γεγονότα της 4ης Ιουνίου 1989 στην Τιεν Αν Μεν συνέβαλαν καθοριστικά στην στροφή της Κίνας προς την οικονομία της αγοράς, που ακολούθησε στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Η απόφαση για την αιματηρή καταστολή δεν ελήφθη από τα συντεταγμένα κρατικά ή κομματικά όργανα αλλά από έναν ηγετικό κύκλο περί τον Ντενγκ Σιάο Πινγκ.

Σημαντικοί ηγέτες όπως ο Τσεν Γιουν, αντιτάχθηκαν στη χρήση βίας όπως και στο μετέπειτα άνοιγμα στην οικονομία της αγοράς. Σε κάθε περίπτωση, στα χρόνια που ακολούθησαν η Κίνα αναδείχθηκε στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη, αν και πρέπει να σημειωθεί πως το επίτευγμα αυτό βασίστηκε στην οικοδόμηση των προηγούμενων δεκαετιών και ειδικά της δεκαετίας του 1950 και του 1980, όταν οι ρυθμοί ανάπτυξης ξεπερνούσαν σταθερά το 11% ετησίως.

Ακολουθεί απόσπασμα από το βιβλίο Το Κράτος στην Κίνα (1949-2019), εκδ. Τόπος, 2019, σελ. 217-224.

Η κρίση του 1989 και το συνέδριο του 1992

Τη δεκαετία του 1990 σημειώθηκε στροφή στην κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη της Κίνας. Η απάντηση στο ερώτημα γιατί η κομβική αλλαγή έγινε τότε και όχι νωρίτερα ή αργότερα πρέπει να αναζητηθεί στους διεθνείς και εσωτερικούς παράγοντες. Η μελέτη των αλλαγών στην οικονομία βοηθά, μεθοδολογικά, να διευκρινιστεί καλύτερα ο χαρακτήρας των μεταβολών που επήλθαν στην κρατική εξουσία και στο πολιτικό σύστημα της χώρας. Επομένως, είναι αναγκαίο να ξεκινήσει κανείς από αυτές προκειμένου να κατανοήσει την ουσία του σημερινού κινεζικού κράτους.

Στο τέλος της δεκαετίας του 1980 και ιδίως στις αρχές της δεκαετίας του 1990 έγιναν σοβαρές αλλαγές σε διεθνές επίπεδο που επέδρασαν καταλυτικά στις οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις στην Κίνα. Την περίοδο 1989-1991 σημειώθηκε η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και η πτώση των σοσιαλιστικών καθεστώτων της ανατολικής Ευρώπης. Στις χώρες αυτές παλινορθώθηκε ο καπιταλισμός και τα κράτη μετασχηματίστηκαν σε αστικά. Έχει σημασία να υπογραμμιστεί ότι είχε προηγηθεί μια μακρόχρονη διαδικασία γραφειοκρατικού εκφυλισμού των σοσιαλιστικών κρατών και ότι η ηγεσία των κυβερνώντων κομμουνιστικών κομμάτων στις χώρες αυτές, ή τουλάχιστον ένα ισχυρό τμήμα της, καθοδήγησε τη διάλυση της σοσιαλιστικής οικονομίας και τη μετάβαση στην καπιταλιστική[1]. Εκ των πραγμάτων ο διεθνής συσχετισμός των δυνάμεων και το διεθνές τοπίο άλλαξαν δραστικά.

Οι εξελίξεις αυτές αντικειμενικά δεν μπορούσαν παρά να επηρεάσουν την Κίνα. Επηρέασαν οπωσδήποτε την κοινή γνώμη αλλά επηρέασαν και την ηγεσία της. Ενισχύθηκαν στο εσωτερικό της οι τάσεις για μετάβαση στην οικονομία της αγοράς.

Είναι γεγονός ότι τέτοιες τάσεις προϋπήρχαν ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1980. Οι μεταρρυθμίσεις της περιόδου ερμηνεύονταν από κάποιους ως στοιχείο βαθμιαίας μετάβασης στον καπιταλισμό. Άλλωστε, την ίδια περίπου περίοδο στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες πρώην σοσιαλιστικές χώρες πραγματοποιούνταν αντίστοιχες αλλαγές[2]. Ανεξάρτητα από τις υποκειμενικές προσεγγίσεις του ενός ή άλλου κινέζου ηγέτη, τόσο αυτές οι μεταρρυθμίσεις όσο και άλλα στοιχεία αντικειμενικά ωθούσαν προς τα εκεί, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορούσαν να τιθασευθούν. Πάντως, μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990 αυτές οι τάσεις στην ηγεσία του ΚΚ Κίνας δεν ήταν ακόμη απολύτως κυρίαρχες.

Καθώς ο παγκόσμιος συσχετισμός μεταβαλλόταν με την καπιταλιστική παλινόρθωση στη Σοβιετική Ένωση και τα άλλα κράτη της ανατολικής Ευρώπης, η κινεζική ηγεσία βρέθηκε ενώπιον του διλήμματος: να παραμείνει στην προσπάθεια οικοδόμησης σοσιαλιστικής οικονομίας και κοινωνίας και να κρατήσει μόνη το βάρος της αντιπαράθεσης με το ιμπεριαλιστικό σύστημα ή να μετεξελιχθεί ελεγχόμενα σε καπιταλιστική οικονομία

Επέλεξε το δεύτερο. Η επιλογή έγινε μετά τα γεγονότα της Τιεν Αν Μεν. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 η απόφαση αυτή δεν φαίνεται να είχε ακόμη ληφθεί και οριστικοποιηθεί[3]. Η πρώτη επιλογή θα σήμαινε ότι θα έπρεπε να ενεργοποιήσει το λαϊκό παράγοντα για να αντιμετωπίσει τόσο τις πολιτικές πιέσεις (ενδεχόμενα και στρατιωτικές) όσο και τις οικονομικές. Η ενεργοποίηση όμως του λαϊκού παράγοντα δεν μπορούσε να συμβεί χωρίς την ουσιαστικοποίηση της δημοκρατίας, την επαναφορά της αρχής της αιρετότητας και ανακλητότητας και τελικά τον περιορισμό έως και κατάργηση της προνομιούχας θέσης της ηγετικής γραφειοκρατίας. Αντίθετα, το κοινωνικό αυτό στρώμα είχε συσσωρεύσει προνόμια, χρήμα και πλούτο που δεν μπορούσε να αξιοποιηθεί στο πλαίσιο της σοσιαλιστικής οικονομίας. Έτεινε να μετατραπεί σε κεφαλαιοκρατική τάξη[4].

Στην ηγεσία του ΚΚ Κίνας αναπτύχθηκαν προβληματισμοί όχι μόνο για το αν θα γίνει η μετάβαση στις καπιταλιστικές σχέσεις αλλά και για τον τρόπο μετάβασης σε αυτές. Η εμπειρία της Σοβιετικής Ένωσης και των άλλων πρώην σοσιαλιστικών κρατών σημαδεύτηκε από τον κατακερματισμό, τις συγκρούσεις και τη ληστρική επιδρομή του ξένου κεφαλαίου[5]. Τελικά, όπως θα φανεί, η μορφή των εξελίξεων στην Κίνα διέφερε από εκείνη της Σοβιετικής Ένωσης και των άλλων πρώην σοσιαλιστικών κρατών[6].

Τα γεγονότα της Τιεν Αν Μεν

Εκτός των διεθνών, υπήρξαν σημαντικοί ενδογενείς παράγοντες που οδήγησαν σε οικονομικές, πολιτικές και κατά συνέπεια συνταγματικές εξελίξεις στην Κίνα. Ένας από τους παράγοντες αυτούς ήταν η πολιτική κρίση του 1989. Στη διεθνή βιβλιογραφία αλλά και στη δημοσιογραφική συζήτηση είναι γνωστή η κορύφωση αυτής της κρίσης με την εξέγερση της πλατείας Τιεν Αν Μεν στο Πεκίνο και την αιματηρή καταστολή της. Αντίστοιχες διαμαρτυρίες υπήρξαν και σε πολλές άλλες πόλεις της Κίνας.

Η πολιτική αυτή κρίση αποτέλεσε την έκφραση βαθύτερων διαδικασιών. Συνήθως εξηγείται με ένα τρόπο μάλλον απλουστευτικό. Θεωρείται δηλαδή ότι η λαϊκή διαμαρτυρία και εξέγερση αποσκοπούσε μονοσήμαντα στη διεκδίκηση της δημοκρατίας έναντι της “κομμουνιστικής δικτατορίας”. Το ερμηνευτικό αυτό σχήμα είναι υπερβολικά απλοϊκό καθώς δεν λαμβάνει υπόψη του τις βαθύτερες και συνολικότερες διεργασίες της κινεζικής κοινωνίας της περιόδου. Το σχήμα αυτό είχε περισσότερο προπαγανδιστικό χαρακτήρα εξυπηρετώντας τις πολιτικές επιδιώξεις της Δύσης.

Η ουσιαστική αιτία των γεγονότων πρέπει να αναζητηθεί στην οικονομία, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπήρχαν σοβαρά προβλήματα στο επίπεδο της δημοκρατίας και της πολιτικής. Όπως αναφέρθηκε στο προηγούμενο κεφάλαιο, η αυτοτέλεια των επιχειρήσεων που είχε ήδη εμπεδωθεί δυο χρόνια μετά την εφαρμογή του Συντάγματος του 1982 και ακόμη περισσότερο μετά την αναθεώρηση του 1988 έφερε αρχικά θετικά αποτελέσματα. Στη συνέχεια όμως, η πολιτική αυτή συμπληρώθηκε με περαιτέρω βήματα στη λογική της διεύρυνσης του ρόλου της αγοράς. Οδήγησε στην απελευθέρωση των τιμών η οποία έφερε πληθωρισμό και έθιξε τα λαϊκά εισοδήματα. Προκλήθηκε δυσαρέσκεια η οποία ήταν η υλική βάση της διαμαρτυρίας στην Τιεν Αν Μεν[7].

Εκεί στην πραγματικότητα συγκεντρώθηκαν για να διαδηλώσουν τα πιο διαφορετικά στρώματα της κοινωνίας[8]. Σε πολιτικό επίπεδο, οι προσδοκίες των διαμαρτυρομένων ήταν επίσης διαμετρικά αντίθετες και αδιαμόρφωτες, χωρίς σαφή επίγνωση και πολιτική συνείδηση, όπως συχνά συμβαίνει σε ανάλογες περιστάσεις. Συνυπήρχαν οι οπαδοί του καπιταλισμού και της αστικής δημοκρατίας με τους οπαδούς του σοσιαλισμού. Δεν είναι τυχαίο ότι τμήμα των διαδηλωτών τόσο στην αρχή όσο και στο τέλος των διαδηλώσεων χρησιμοποιούσε ως έμβλημα τον ύμνο της κομμουνιστικής διεθνούς[9].

Η ηγεσία της Κίνας (για την ακρίβεια ο ηγετικός πυρήνας του ΚΚ Κίνας) αξιοποίησε τη λαϊκή δυσαρέσκεια που κορυφώθηκε στα γεγονότα της Τιεν Αν Μεν προκειμένου να πραγματοποιήσει τη στροφή και να βαδίσει στο δρόμο του καπιταλισμού[10]. Κατέστειλε πρώτα απ’ όλα το κίνημα διαμαρτυρίας ώστε να ελέγχει αυτή μόνη τις εξελίξεις. Στη συνέχεια, παρουσίασε το άνοιγμα στην οικονομία της αγοράς ως δήθεν λύση των προβλημάτων και ως μέθοδο υπέρβασης της δυσαρέσκειας. Το κλίμα εκφοβισμού που δημιούργησε η καταστολή, χρησίμευσε για να ξεκινήσει χωρίς αντιστάσεις η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων[11].

Ο χειρισμός αυτός αποδείχθηκε αποτελεσματικός. Εξασφάλισε τον έλεγχο της μετάβασης, απέφυγε τις διαλυτικές τάσεις και την ανεξέλεγκτη διείσδυση του ξένου κεφαλαίου που παρατηρήθηκαν στις άλλες πρώην σοσιαλιστικές χώρες. Διασφάλισε τον έλεγχο των ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων από το περιβάλλον της ηγετικής γραφειοκρατίας. Δημιούργησε κοινωνικές συμμαχίες με στρώματα του πληθυσμού που αναδείχθηκαν σε μικροϊδιοκτήτες. Πέτυχε έτσι κάποια πολιτική σταθερότητα.

Η κρίση του 1989 αξιοποιήθηκε λοιπόν για την πραγματοποίηση μιας οικονομικής και πολιτικής στροφής. Η πολιτική τομή ολοκληρώθηκε κατά κάποιο τρόπο στο 14ο συνέδριο του ΚΚ Κίνας το 1992. Εκεί επικράτησε η πολιτική του ανοίγματος στην οικονομία της αγοράς. Εννοείται πως η πολιτική αυτή είχε αρχίσει να προετοιμάζεται ιδεολογικά και σε ένα βαθμό να εφαρμόζεται στην πράξη νωρίτερα[12]. Μέχρι τότε όμως η ιδιωτική ιδιοκτησία και οι καπιταλιστικές σχέσεις είχαν δευτερεύοντα έως και περιθωριακό χαρακτήρα[13]. Ούτε το “άνοιγμα” του 1978 ούτε ακόμη και οι αλλαγές του μέσου της δεκαετίας του 1980 συνιστούσαν ποιοτική μεταβολή και εγκαθίδρυση της κυριαρχίας της αγοράς, παρά τις όποιες μεταρρυθμίσεις στη λογική αυτή. Το 1992 έφερε μια ποιοτική στροφή[14].

Κατά την προσφιλή μέθοδο της κινεζικής ηγεσίας και ιδίως του Ντενγκ Σιάο Πινγκ η καπιταλιστική παλινόρθωση δοκιμάστηκε πειραματικά σε κάποιες περιοχές της χώρας και στη συνέχεια επεκτάθηκε. Στο συνέδριο ολοκληρώθηκε και επισημοποιήθηκε η επιλογή αυτή ώστε, στη συνέχεια, να υλοποιηθεί σε μεγαλύτερο βάθος και έκταση. Στο συνέδριο υπήρξαν αντιστάσεις στην οικονομία της αγοράς. Ηγετική φυσιογνωμία αυτής της αντίστασης αναδείχθηκε και πάλι ο Τσεν Γιουν, ο οποίος είχε αντιταχθεί και στην καταστολή των διαδηλωτών της Τιεν Αν Μεν[15]. Ωστόσο, οι θέσεις του ιστορικού υπέργηρου ηγέτη και όσων υποστήριζαν μια πολιτική περιορισμένου και ιστορικά προσωρινού ανοίγματος στον καπιταλισμό ηττήθηκαν.

Ο ηγέτης του ΚΚ Κίνας Ντενγκ Σιάο Πινγκ χρησιμοποίησε εκείνη την περίοδο -ήδη λίγο πριν το 14ο συνέδριο- το σύνθημα “πλουτίστε!”. Ανάλογο σύνθημα είχε προτείνει ο Ν. Μπουχάριν το 1925 στη Σοβιετική Ένωση[16]. Η χρησιμοποίηση του συνθήματος από τον Ντενγκ είχε ως στόχο να εκτονώσει τη δυσαρέσκεια του πληθυσμού από τη δύσκολη οικονομική κατάσταση και να δημιουργήσει προσδοκίες από το άνοιγμα στην οικονομία της αγοράς. Παράλληλα, συνειδητά ή όχι, θύμιζε το σύνθημα του Μπουχάριν και άρα παρέπεμπε στην πολιτική της ΝΕΠ, δηλαδή σε μια πολιτική ιστορικά προσωρινής υποχώρησης στις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής[17]. Τεχνηέντως δηλαδή καλλιεργούσε την εντύπωση ότι δεν πρόκειται για παράδοση στον καπιταλισμό αλλά μόνο για προσωρινή υποχώρηση.

Το κύμα μαζικών ιδιωτικοποιήσεων που ακολούθησε, επέτρεψε πράγματι να ενσωματωθεί ένα μέρος της κοινωνικής διαμαρτυρίας του 1989. Αυτό συνέβη επειδή ένα μέρος του πληθυσμού ευνοήθηκε εν μέρει από αυτές αλλά και επειδή η καταστολή και η έλλειψη εναλλακτικής λύσης οδήγησαν τον πληθυσμό μονομερώς στην επιδίωξη της προσαρμογής στη νέα οικονομική πραγματικότητα της αγοράς[18].

*Ο Δημήτρης Καλτσώνης είναι αν. Καθηγητής θεωρίας κράτους και δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο

Πέμπτη 22 Ιουλίου 2021

Οι χρηματοδότες του Ντόναλντ Τραμπ (σχεδιάγραμμα)

 


 

Πολύ συχνά ακούμε από φανατικούς οπαδούς του πρώην Προέδρου των ΗΠΑ Donald Trump ότι «είναι αντισυστημικός», ότι «πολεμάει το σύστημα» κτλ. Έναν ισχυρισμό που εδώ στην Ελλάδα τον παπαγαλίζουν συστηματικά πολλοί ακροδεξιοί υποστηρικτές του Βελόπουλου, του Καρατζαφέρη και της εγκληματικής νεοναζιστικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή. Πρόκειται για έναν ευρύτατα διαδεδομένο μύθο που ήρθε η ώρα να γκρεμίσουμε.

Τα στοιχεία δείχνουν ότι ο Ντόναλντ Τραμπ δεν αποτελεί εχθρό του συστήματος, καθώς ο ίδιος είναι παιδί του συστήματος ! Χρηματοδοτείται και υποστηρίζεται εδώ και χρόνια από ένα σωρό πανίσχυρους μεγαλοεπιχειρηματίες - ολιγάρχες, μεγαλοκαρχαρίες, μεγιστάνες των καζίνο και πασίγνωστες τράπεζες για να εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους.

Το παρακάτω σχεδιάγραμμα περιλαμβάνει μερικά μόνο από τα ονόματα μεγαλοεπιχειρηματιών και εταιρειών που χρηματοδότησαν φανερά ή χρηματοδοτούν ακόμα τον Ντόναλντ Τραμπ. Μέσα σε αυτά τα ονόματα βρίσκουμε μεγάλες τράπεζες που είναι μπλεγμένες σε ένα σωρό σκάνδαλα (π.χ. JP Morgan, Goldman Sachs, Deutsche Banks), μεγιστάνες των καζίνο (Sheldon Adelson, Cherna Moskowitz), την Patricia Duggan που είναι η κορυφαία χορηγός της Εκκλησίας της Σαηεντολογίας (Church of Scientology) κ.α.


Η στενή σχέση Πούτιν και φασιστικών κομμάτων της Ευρώπης

 





Τα διαγράμματα που βλέπετε παρουσιάζουν με παραστατικό και κατανοητό τρόπο τη στενή σχέση ανάμεσα στη Ρωσία του Πούτιν και σε διάφορα ακροδεξιά, φασιστικά – ναζιστικά ή ακόμα και κρυφοφασιστικά πολιτικά κόμματα χωρών της Ευρώπης.

Είναι μια σχέση αλληλοϋποστήριξης που σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να συνδυάζεται και με οικονομική ενίσχυση με ρωσικά χρήματα, όπως π.χ. συμβαίνει στην περίπτωση του ακροδεξιού κόμματος Rassemblement National της Μαρίν Λε Πεν (Marion Anne Perrine Le Pen) στη Γαλλία.

Αυτό δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο. Εδώ και πολλά χρόνια η Μόσχα φροντίζει να υποστηρίζει με διάφορους τρόπους ακροδεξιά, ακόμα και εξτρεμιστικά κόμματα σε διάφορες χώρες της Ευρώπης (AfD, NPD, Jobbik κ.α.), αρκεί αυτά να εξυπηρετούν τα συμφέροντα της Ρωσίας. Αυτά τα κόμματα εγκωμιάζουν τον Πούτιν, παρουσιάζοντάς τον ως καλοπροαίρετο και φιλάνθρωπο ηγέτη και ως μεσσία που θα σώσει την Ευρώπη.

Πρόκειται για μια σύγχρονη Λερναία Ύδρα υπό τον έλεγχο του Πούτιν, της οποίας τα κεφάλια είναι τα διάφορα ακροδεξιά κόμματα.

 


Ο φιλέλληνας πρώτος πρωθυπουργός της Αλβανίας Ισμαήλ Κεμάλ


 

Πέρα από την «επίσημη ιστορία» που μας λένε τα σχολικά βιβλία, τα ΜΜΕ και οι κρατικοί αξιωματούχοι, υπάρχουν και οι άγνωστες (στο ευρύ κοινό) πτυχές της ιστορίας, για τις οποίες μπορεί να μην έχουμε διδαχθεί τίποτα, αλλά μερικές φορές είναι πολύ πιο ενδιαφέρουσες και μπορούν να αλλάξουν τον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο. Άλλωστε η αναζήτηση της ιστορικής αλήθειας μπορεί να μας προσφέρει πολύτιμες γνώσεις, τις οποίες δεν είχαμε φανταστεί μέχρι τώρα.

Ένα σημαντικό πολιτικό πρόσωπο της βαλκανικής ιστορίας, για το οποίο εδώ στην Ελλάδα δεν γνωρίζουμε τίποτα ή σχεδόν τίποτα είναι ο Ισμαήλ Κεμάλ.

 

 

Ισμαήλ Κεμάλ (1844-1919)

Σύντομο βιογραφικό

 

Ο Ισμαήλ Κεμάλ Μπέι Βλόρα (αλβανικά: Ismail Qemal Bej Vlora) υπήρξε ο ιδρυτής του αλβανικού κράτους και ο πρώτος πρωθυπουργός της Αλβανίας. Γεννήθηκε στις 16 Ιανουαρίου 1844 στον Αυλώνα, από οικογένεια ευγενών.

Έχοντας τελειώσει την πρωτοβάθμια εκπαίδευσή του στη γενέτειρά του και στη Ζωσιμαία Σχολή των Ιωαννίνων, μετακόμισε το 1859 στην Κωνσταντινούπολη, όπου ξεκίνησε επαγγελματική σταδιοδρομία ως δημόσιος υπάλληλος του οθωμανικού κράτους, ενώ διετέλεσε και διοικητής πολλών πόλεων στην περιοχή των Βαλκανίων. Με λίγα λόγια, σταδιακά έγινε υψηλόβαθμος κρατικός αξιωματούχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στη διάρκεια αυτών των ετών, έλαβε μέρος στις προσπάθειες για τον καθορισμό του αλβανικού αλφαβήτου και την ίδρυση μιας αλβανικής πολιτισμικής ένωσης. Το 1877, ο Ισμαήλ Κεμάλ φαινόταν πλέον έτοιμος να αναλάβει σημαντικές θέσεις στην οθωμανική διοίκηση, αλλά όταν ο Σουλτάνος Αμπντουλχαμίντ Β΄ έδιωξε τον Μιντάτ από το αξίωμα του πρωθυπουργού, ο Ισμαήλ Κεμάλ στάλθηκε στην εξορία στη Δυτική Ανατολία, αν και ο Σουλτάνος λίγο καιρό αργότερα τον κάλεσε πίσω, κάνοντάς τον διοικητή της Βηρυτού. Πάντως, οι φιλελεύθερες πολιτικές του πεποιθήσεις τον οδήγησαν στο να χάσει και πάλι την εύνοια του Σουλτάνου και το Μάιο του 1900, επιβιβάστηκε στο σκάφος του Βρετανού πρέσβη, όπου ζήτησε άσυλο. Οδηγήθηκε εκτός Τουρκίας και για τα επόμενα οκτώ χρόνια έζησε στην εξορία, εργαζόμενος τόσο για τη θέσπιση νέου συντάγματος εντός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όσο και για την αλβανική εθνική ανεξαρτησία.

Μετά το Κίνημα των Νεοτούρκων το 1908, εκλέχτηκε βουλευτής στην ανασυστηθείσα τουρκική βουλή, εργαζόμενος με φιλελεύθερους πολιτικούς και Βρετανούς. Το 1909, στη διάρκεια ενός αντικινήματος ενάντια στους Νεότουρκους, για σύντομο χρονικό διάστημα διετέλεσε Πρόεδρος της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, αλλά υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη οριστικά μία με δύο μέρες αργότερα. Από εκείνη την στιγμή και έπειτα η πολιτική του σταδιοδρομία επικεντρώθηκε στον αγώνα για την αλβανική ανεξαρτησία.

Στη διάρκεια της Αλβανικής Εξέγερσης του 1911, συντάχθηκε με τους ηγέτες της εξέγερσης, με τους οποίους συναντήθηκε σε ένα συμβούλιο στο χωριό Γκέρτσε του Μαυροβουνίου στις 23 Ιουνίου και μαζί συνέταξαν το Μνημόνιο του Γκέρτσε (Gerče Memorandum, πιο συχνά αναφερόμενο ως «Κόκκινη Βίβλο» λόγω του χρώματος του εξωφύλλου και του οπισθόφυλλού του) στο οποίο βρισκόταν οι απαιτήσεις των Αλβανών τόσο από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, όσο και από την Ευρώπη (ειδικότερα από τη Μεγάλη Βρετανία).

Η συμβολή του Ισμαήλ Κεμάλ ήταν καθοριστική στην Αλβανική Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας και στη δημιουργία της Ανεξάρτητης Αλβανίας (Νοέμβριος 1912). Αυτό οδήγησε στο τέλος της 500ετούς κατοχής της Αλβανίας από τους Οθωμανούς Τούρκους. Μαζί με τον Λουίτζι Γκουρακούτσι, ύψωσε την αλβανική σημαία στο μπαλκόνι του κτιρίου στην Αυλώνα, όπου υπογράφτηκε η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας. Αξίζει να προσθέσουμε ότι διετέλεσε Πρωθυπουργός της Αλβανίας την περίοδο 1912-1914.

Στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Ισμαήλ Κεμάλ ζούσε εξόριστος στο Παρίσι, όπου, αν και σε δεινή οικονομική κατάσταση, παρέμεινε δραστήριος και διατήρησε μεγάλο αριθμό επαφών. Η αυτοβιογραφία του, η οποία εκδόθηκε μετά το θάνατό του, αποτελεί τη μοναδική γραπτή μαρτυρία Οθωμανού δημοσίου υπαλλήλου, η οποία έχει γραφτεί στα αγγλικά, ενώ αποτελεί και μοναδικό δείγμα μιας φιλελεύθερης, πολυπολιτισμικής οπτικής γωνίας επί του θέματος της παρηκμασμένης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Το 1918, ο Ισμαήλ Κεμάλ ταξίδεψε στην Ιταλία ώστε να βρει υποστηρικτές στο κίνημά του στην Αλβανία, αλλά του απαγορεύτηκε από το ιταλικό κράτος να εγκαταλείψει τη χώρα, παραμένοντας, δίχως την επιθυμία του, φιλοξενούμενος σε ένα ξενοδοχείο της Περούτζια, κάτι που προκάλεσε την αγανάκτησή του. Πέθανε στην Περούτζια στις 24 Ιανουαρίου 1919.

«Εάν μετρήσουμε το μεγαλείο μια πολιτικής προσωπικότητας με την αγάπη του απλού λαού, -ανέφερε στις «Οικογενειακές αναμνήσεις» ο Σάφα Βλόρα- μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι κανείς δεν φτάνει τον Ισμαήλ Κεμάλ από τον Αυλώνα. Στην πομπή … κανείς δεν έμεινε σπίτι. Όλες οι πλευρές των βουνών και ακτών στις οποίες κινήθηκε η πομπή ήταν γεμάτες με κόσμο. Υπήρχε μια πρωτοφανής λαοθάλασσα, η οποία αδιάκοπα κατέθετε στεφάνι το οποίο κέρδισε επάξια με το σπουδαίο έργο του στη χώρα του, μέχρι που άφησε την τελευταία του πνοή.»

Εκείνο το διάστημα η Αυλώνα βρισκόταν υπό ιταλική κατοχή. Η ιταλική διοίκηση, φοβούμενη την εξέγερση, διέταξε να μην χρησιμοποιηθεί καμία αλβανική σημαία στην τελετή. Αυτή η διαταγή ήταν προσβλητική για τα αισθήματα του αλβανικού λαού. Το δημοτικό συμβούλιο Αυλώνας επέμενε προκειμένου να χρησιμοποιηθεί η αλβανική σημαία-σύμβολο. Η ιταλική διοίκηση κατανόησε την έντονη λατρεία προς το πρόσωπο του Κεμάλ και επέτρεψε να καλύψουν οι Αλβανοί πολίτες το φέρετρο με την αλβανική σημαία κατά τη διάρκεια της τελετής. Τελικά, το φέρετρο σκέπασε η κόκκινη σημαία με το μαύρο αετό.

 


Ο φιλέλληνας Ισμαήλ Κεμάλ και η προσπάθεια ένωσης Ελλάδας και Αλβανίας



Στο σημείο αυτό, θα ήταν καλό να παραθέσουμε μερικές πληροφορίες για τα φιλελληνικά αισθήματα του Ισμαήλ Κεμάλ και για την προσπάθειά του να πραγματοποιήσει την ένωση της Ελλάδας και της Αλβανίας.

Είχε λάβει ελληνική παιδεία και ήταν στενός φίλος με το Νεοκλή Καζάζη. Οι δύο άνδρες προσπάθησαν να προσεταιριστούν πολλούς Αλβανούς στο πνεύμα ίδρυσης μιας Ελληνοαλβανικής Ομοσπονδίας.

Οι προσπάθειες ευοδώθηκαν με την επίσκεψη του Ισμαήλ Κεμάλ και του συνοδού του Τζαφέρ το 1907 στον Πρόεδρο της Ελληνικής Βουλής Λεβίδη και τον Πρωθυπουργό Γεώργιο Θεοτόκη.

Το 1907 υπογράφτηκε στην Αθήνα η «Ελληνοαλβανική Συνεννόησις» για την σύμπραξη της Ελευθερίας των Ελλήνων και Αλβανών και την Ένωση σε Ελληνοαλβανική Συνομοσπονδία κατά το πρότυπο της Αυστρουγγαρίας.

Τα κυριότερα σημεία της υπογραφείσας συμφωνίας ήταν δύο:

Διακηρύσσεται ότι Έλληνες και Αλβανοί είναι αδελφοί και φίλοι χωρίς καμία διάκριση θρησκείας. Διατηρούν κοινό πρόγραμμα που αφορά στην εθνική διάπλαση κάθε φυλής μέσα στα ιστορικά όρια, διατηρουμένου του καθεστώτος και στη δημιουργία της ελεύθερης και αυτόνομης Αλβανικής Πατρίδας και της αποκατάστασης των αλύτρωτων Ελληνικών χωρών, εάν κάποτε το πολιτικό καθεστώς έμελλε να μεταβληθεί.

Έλληνες και Αλβανοί αποκρούουν την καταδυνάστευση και την απορρόφηση των λαών που συνοικούν. Διακηρύσσεται ότι η θρησκευτική ελευθερία, η πολιτική αυτονομία καθώς και αυτονομία όλων των κατοικούντων στη Χώρα τους λαών αποτελούν τις βάσεις του εθνικού προγράμματος και των ενδόμυχων πόθων τους.

 

Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε ότι ο Ισμαήλ Κεμάλ ήταν γλωσσομαθής, γνώριζε άπταιστα ελληνικά, είχε παντρευτεί Ελληνίδα και θεωρούσε ότι η δημιουργία ενός δυαδικού ελληνοαλβανικού κράτους θα ωφελούσε και τον αλβανικό και τον ελληνικό λαό. Οι υποστηρικτές της ελληνοαλβανικής συνεννόησης χρησιμοποίησαν και το επιχείρημα ότι οι δύο λαοί, πέραν των κοινών ιστορικών καταβολών, των κοινών αγώνων και της συγγενικής γλώσσας, έχουν και μια σειρά από κοινά έθιμα.


Κυριακή 16 Μαΐου 2021

The Best Film Composers of All Time


 

Όσοι είστε μουσικόφιλοι, μπορείτε να βρείτε στην παρακάτω λίστα συγκεντρωμένα τα ονόματα των καλύτερων συνθέτων μουσικής ταινιών (soundtrack) όλων των εποχών. Συνθέτες που αφιέρωσαν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους στη μουσική, αφοσιώθηκαν σε αυτή και μας χάρισαν υπέροχες μελωδίες, οι οποίες κέρδισαν βραβεία, αλλά και τη δική τους θέση στη μνήμη μας.

 

1) Ennio Morricone (1928-2020)

Θεωρείται από πολλούς ως ο καλύτερος συνθέτης μουσικής ταινιών όλων των εποχών. Άφησε πίσω του τεράστιο μουσικό έργο υψηλής αξίας και οι μελωδίες του αγαπήθηκαν από ανθρώπους όλων των ηλικιών.

Ο Ένιο Μορικόνε (10 Νοεμβρίου 1928 - 6 Ιουλίου 2020) ήταν κορυφαίος Ιταλός συνθέτης, ενορχηστρωτής, μαέστρος και τρομπετίστας, που έγραψε μουσική για περισσότερες από 500 ταινίες και τηλεοπτικές σειρές, καθώς και σύγχρονα έργα κλασσικής μουσικής. Η καριέρα του περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα ειδών μουσικής σύνθεσης, καθιστώντας τον έναν από τους πιο πολύπλευρους, παραγωγικούς και επιδραστικούς συνθέτες μουσικής ταινιών όλων των εποχών.

Γεννήθηκε στη Ρώμη και συνέθεσε περισσότερα από 100 κλασσικά κομμάτια. Στο ποδόσφαιρο υποστήριζε την ομάδα της Ρόμα. Έγινε παγκοσμίως γνωστός συνθέτοντας μουσική (την περίοδο 1960-75) για ιταλικά γουέστερν από καταξιωμένους σκηνοθέτες (Σέρτζιο Λεόνε, Ντούτσιο Τέσαρι και Σέρτζιο Κορμπούτσι). Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1960 και του 1970, συνέθεσε μουσική για πολλά είδη ταινιών, από κωμωδίες μέχρι δράμα, θρίλερ και ιστορικές ταινίες. Αρκετές από τις συνθέσεις του γνώρισαν εμπορική επιτυχία, όπως το The Ecstasy of Gold, μουσικό θέμα της ταινίας «Ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος», το A Man with Harmonica, το Here's to You, το οποίο ερμηνεύθηκε από την Τζόαν Μπαέζ και το Chi Mai. Έγραψε το επίσημο τραγούδι για το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου του 1978. Από το τέλος της δεκαετίας του 1970, διακρίθηκε στο Χόλυγουντ, συνθέτοντας μουσική για Αμερικανούς σκηνοθέτες, όπως ο Τζον Κάρπεντερ, ο Μπράιαν ντε Πάλμα, ο Μπάρι Λέβινσον, ο Μάικ Νίκολς και ο Όλιβερ Στόουν. Ο Μορικόνε συνέθεσε μουσική για αρκετές ταινίες που κέρδισαν Όσκαρ, όπως τα Days of Heaven, The Mission, Οι Αδιάφθοροι, Cinema Paradiso και Bugsy. Επίσης, συνεργάστηκε με τον Ιταλό σκηνοθέτη Τζουζέπε Τορνατόρε. Το 2007 παρέλαβε το τιμητικό Όσκαρ «για την μαγευτική και πολυπρόσωπη συνεισφορά του στην τέχνη της μουσικής για ταινίες». Ήταν υποψήφιος για άλλα 6 Όσκαρ. Επιπλέον κέρδισε και το Όσκαρ Καλύτερης Πρωτότυπης Μουσικής το 2016 για τη μουσική της ταινίας «Μισητοί 8» (The Hateful Eight). Κέρδισε συνολικά 3 βραβεία Γκράμι, 3 Χρυσές Σφαίρες, 6 BAFTA, 2 Βραβεία Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου, 1 τιμητικό Χρυσό Λέοντα και 1 Πολικό Μουσικό Βραβείο. Απεβίωσε στις 6 Ιουλίου του 2020, σε ηλικία 91 ετών, σε νοσοκομείο της Ιταλίας, όπου είχε βρεθεί μετά από πτώση, που του προκάλεσε κάταγμα στο ισχίο.

 

2) Hans Zimmer

Γερμανός συνθέτης και μουσικός παραγωγός. Για σχεδόν τρεις δεκαετίες έχει συνθέσει μουσική για πάνω από 100 ταινίες. Πέρασε το πρώτο μέρος της καριέρας του στο Ηνωμένο Βασίλειο (Μεγάλη Βρετανία) πριν μετακομίσει στις ΗΠΑ. Είναι επικεφαλής του τμήματος μουσικής των ταινιών των στούντιο της DreamWorks, και συνεργάζεται με άλλους συνθέτες, μέσω της δικής του εταιρίας, Remote Control Productions. Τα έργα του διακρίνονται για το συνδυασμό ήχων ηλεκτρονικής μουσικής με πιο παραδοσιακά ορχηστρικά μοτίβα. Έχει κερδίσει 4 Βραβεία Γκράμι, 2 Χρυσές Σφαίρες, 1 Classical BRIT Award, και 1 Βραβείο Όσκαρ (για την ταινία «The Lion King»).

 

3) Giorgio Moroder

Ο Giovanni Giorgio Moroder (γεννημένος στις 26 Απριλίου 1940) είναι Ιταλός τραγουδιστής, συνθέτης μουσικής κινηματογραφικών ταινιών και δισκογραφικός παραγωγός. Έχει χαρακτηριστεί ως πρωτοπόρος της Italo disco και της ηλεκτρονικής χορευτικής μουσικής.

Γεννήθηκε στο Νότιο Τιρόλο και μεγάλωσε σε ένα πολύγλωσσο περιβάλλον, όπου μιλούσαν τη γερμανική, την ιταλική και τη γλώσσα Λάντιν. Τραγουδούσε στην ιταλική, στην ισπανική, στην αγγλική και στη γερμανική γλώσσα. Ευρισκόμενος στο Μόναχο τη δεκαετία του 1970, ίδρυσε τη δική του δισκογραφική εταιρεία με το όνομα «Oasis Records», αλλά και το στούντιο εγγραφής Musicland Studios και παρήγαγε μεταξύ άλλων σινγκλς για τη Ντόνα Σάμερ (π.χ. τα «Hot Stuff» και «I Feel Love»). Συνέθεσε τη μουσική της ταινίας «Το Εξπρές του Μεσονυχτίου» (1978), για την οποία βραβεύτηκε με Όσκαρ. Αξιοσημείωτες επίσης είναι οι μουσικές του για τις ταινίες «Cat People», «Flashdance» (1983, «Όσκαρ» καλύτερου τραγουδιού για το «What a Feeling») και «Ο Σημαδεμένος». Επίσης, συνέθεσε τραγούδια για τραγουδίστριες όπως οι Μπόνι Τάιλερ, Κάιλι Μινόγκ, Τζάνετ Τζάκσον, αλλά και για τους Blondie. Ο ίδιος πάντως έχει δηλώσει ότι η δουλειά για την οποία είναι περισσότερο υπερήφανος είναι το «Take My Breath Away» (1986, επίσης «Όσκαρ» καλύτερου τραγουδιού) του συγκροτήματος Berlin, που χρησίμευσε στη μουσική επένδυση της ταινίας «Top Gun». Σε αυτή συνεργάστηκε με τον Harold Faltermeyer.

 

4) John Carpenter

Ο Τζον Χάουαρντ Κάρπεντερ είναι Αμερικανός σκηνοθέτης, σεναριογράφος, παραγωγός, μοντέρ και συνθέτης. Αν και έχει εργαστεί σε πολλά είδη ταινιών, ξεχωρίζει κυρίως για τις ταινίες τρόμου και επιστημονικής φαντασίας της δεκαετίας του 1970 και του 1980. Στην ταινία «Halloween» του 1978 που αποτέλεσε εμπορική επιτυχία, ο Carpenter ήταν σκηνοθέτης και συνθέτης μαζί. Άλλες αξιόλογες δουλειές του ήταν το The Fog, η Christine και το Escape from L.A. Ασχολήθηκε πολύ με την ηλεκτρονική μουσική και ήταν από τους πρώτους που αντιλήφθηκαν την αξία των synthesizer. Στο Dark Star χρησιμοποίησε ένα EMS VCS3 synth. Επίσης κυκλοφόρησε πολλούς δίσκους από το 1979 μέχρι σήμερα και είχε μια καρποφόρα συνεργασία με το μουσικό Alan Howarth.

 

5) Bill Conti

Καταξιωμένος συνθέτης γνωστός για τη μουσική που συνέθεσε για κινηματογραφικές ταινίες, όπως «Ρόκυ» (1976), «Για τα μάτια σου μόνο» (1981), για τη δημοφιλή τηλεοπτική σειρά Δυναστεία κ.α. Γεννήθηκε το 1942 στο Providence των ΗΠΑ, αλλά έχει ιταλική καταγωγή. Παντρεύτηκε την Shelby Cox και έχουν δύο παιδιά.

 

6) Jack Nitzsche (1937 – 2000)

Αμερικανός μουσικός, συνθέτης και παραγωγός δίσκων. Παιδί μεταναστών, γεννήθηκε στο Σικάγο, αλλά μετακόμισε στο Los Angeles το 1955. Συνεργάστηκε με σημαντικούς καλλιτέχνες (Rolling Stones, Neil Young) και έκανε εντυπωσιακή καριέρα στη μουσική. Το 1998 υπέστη ένα εγκεφαλικό επεισόδιο που έληξε την καριέρα του. Πέθανε στο Ιατρικό Κέντρο του Χόλυγουντ το 2000 λόγω καρδιακής ανακοπής.

 

7) John Williams

Ο John Towner Williams (γεννημένος στις 8 Φεβρουαρίου 1932) είναι συνθέτης, μαέστρος και πιανίστας. Σε μια καριέρα που έχει διαρκέσει σχεδόν 70 χρόνια, έχει συνθέσει μερικές από τις πιο δημοφιλείς και αναγνωρίσιμες μουσικές ταινιών. Έχει κερδίσει 5 Βραβεία Όσκαρ, 4 Χρυσές Σφαίρες, 7 BAFTA και 22 βραβεία Γκράμι. Με 50 υποψηφιότητες για Όσκαρ, είναι το δεύτερο σε αριθμό υποψηφιοτήτων άτομο, μετά τον Walt Disney.

 

8) Jerry Goldsmith (1929-2004)

Αμερικανός συνθέτης και μαέστρος, γνωστός για τη δουλειά του στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση. Συνέθεσε τη μουσική για 5 ταινίες στο franchise Star Trek και 3 στο franchise Rambo, καθώς και για τους Patton, Chinatown, Poltergeist, Gremlins, Hoosiers, Total Recall, Air Force One, LA Confidential, Mulan και The Mummy. Συνεργάστηκε με μερικούς από τους πιο γνωστούς σκηνοθέτες, συμπεριλαμβανομένων των Ridley Scott, Steven Spielberg, Paul Verhoeven και Franklin J. Schaffner. Προτάθηκε για έξι βραβεία Grammy, πέντε Primetime Emmy Awards, εννέα Golden Globe Awards, τέσσερα βραβεία British Academy Film Awards και δεκαοκτώ βραβεία Όσκαρ (κέρδισε το Όσκαρ το 1976 για το The Omen). Στις 9 Μαΐου 2017, ο Goldsmith έλαβε μεταθανάτια ένα αστέρι στο Hollywood Walk of Fame για τα επιτεύγματά του στη μουσική βιομηχανία.

 

9) Henry Mancini

Ο Ενρίκο Νίκολα (Χένρυ) Μαντσίνι (Enrico Nicola "Henry" Mancini, 1924 – 1994) ήταν ιταλικής καταγωγής Αμερικανός μουσικοσυνθέτης, διευθυντής ορχήστρας και διασκευαστής μουσικής, γνωστός κυρίως για τη μουσική που έγραψε για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Κέρδισε 4 Βραβεία της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου («Όσκαρ»), 1 Χρυσή Σφαίρα και 20 Βραβεία Γκράμι συν 1 μεταθανάτιο Γκράμι για το σύνολο του έργου του το 1995. Ανάμεσα στα γνωστότερα έργα του συγκαταλέγονται : ο «Ροζ Πάνθηρας», το τραγούδι «Moon River» από την ταινία «Πρόγευμα στο Τίφανις» και το θέμα της τηλεοπτικής σειράς «Peter Gunn».

 

10) Basil Poledouris (1945-2006)

Ο Βασίλης Πολυδούρης (Basil Poledouris) ήταν Ελληνο-Αμερικανός συνθέτης κινηματογραφικής μουσικής. Γεννήθηκε στο Κάνσας Σίτυ του Μιζούρι από Έλληνες γονείς με καταγωγή από τη Μεσσηνία. Οι μουσικές επιρροές του πηγάζουν από δύο πλευρές : η πρώτη ήταν ο συνθέτης Μίκλος Ρόζα και η δεύτερη οι ελληνικές καταβολές του. Σε ηλικία 7 ετών άρχισε μαθήματα πιάνου και μερικά χρόνια αργότερα γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καλιφόρνια για να σπουδάσει κινηματογράφο και μουσική. Πολλές από τις ταινίες μικρού μήκους στις οποίες συνέβαλε βρίσκονται ακόμα στα αρχεία του πανεπιστημίου. Στο πανεπιστήμιο γνώρισε επίσης τους σκηνοθέτες Τζον Μίλιους και Ράνταλ Κλάιζερ με τους οποίους μετέπειτα συνεργάστηκε. Το 1985 έγραψε τη μουσική για την ταινία «Flesh & Blood» του Πολ Βερχόφεν. Έγινε διάσημος χάρη στο δυναμικό, επικό στυλ των ορχηστρικών συνθέσεών του, καθώς και για τα περίπλοκα θεματικά μοτίβα του. Έμεινε στη μνήμη των σινεφίλ για τις μελωδίες που έγραψε για τις ταινίες «Η Γαλάζια Λίμνη» (1980), «Κόναν ο Βάρβαρος» (1982), «Κόναν ο Εξολοθρευτής» (1984), «Red Dawn» (1984), «RoboCop» (1987), «Το Κυνήγι του Κόκκινου Οκτώβρη» (1990), «Ελευθερώστε τον Γουίλι» (1993), «Les Misérables» (1998) κ.α. Οι συνθέσεις του αποτέλεσαν εξαιρετικά δείγματα κινηματογραφικής μουσικής. Παντρεύτηκε το 1969 και απέκτησε δύο κόρες, τη Zoë και την Alexis. Τα τελευταία 4 χρόνια της ζωής του τα πέρασε στην πολιτεία της Ουάσιγκτον και στις 8 Νοεμβρίου του 2006 έφυγε από τη ζωή.

 

11) Vangelis

Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου, γνωστός παγκοσμίως ως «Vangelis», γεννήθηκε στις 29 Μαρτίου 1943 και είναι διεθνώς καταξιωμένος μουσικός και συνθέτης της ηλεκτρονικής, progressive, ambient, τζαζ και ορχηστρικής μουσικής. Έχει επηρεάσει την ανάπτυξη διαφορετικών μουσικών ειδών, ενώ θεωρείται πρωτεργάτης του ηλεκτρονικού ήχου. Έχει κερδίσει βραβείο Όσκαρ (Oscar for Best Original Music Score) το 1982 για τη μουσική της ταινίας «Οι Δρόμοι της Φωτιάς» (Chariots of Fire, 1981). Επίσης έχει γράψει τη μουσική πολλών άλλων κινηματογραφικών ταινιών όπως: Blade Runner (1982), 1492: Conquest of Paradise (1992), Alexander (2004) κ.α.

Στο νεανικά του χρόνια συμμετείχε στο δημοφιλές ροκ συγκρότημα Aphrodite's Child. Έχει συνεργαστεί με τον Ντέμη Ρούσο, την Ειρήνη Παππά και τον Γιον Άντερσον. Tο έργο του Μυθωδία (Mythodea) επιλέχτηκε από τη ΝΑΣΑ ως η επίσημη μουσική για την αποστολή της : 2001 Οδύσσεια στον Άρη.

Πολύ λίγα είναι γνωστά για την προσωπική ζωή του Βαγγέλη Παπαθανασίου και σπάνια δίνει συνεντεύξεις σε δημοσιογράφους. Κάποια δημοσιεύματα αναφέρουν ότι ο δημοφιλής Έλληνας συνθέτης έχει παντρευτεί δύο φορές. Σε μια συνέντευξη του 1976 στο ολλανδικό μουσικό περιοδικό Oor, ο συντάκτης έγραψε ότι ο Vangelis είχε μια σύζυγο με το όνομα Veronique Skawinska. Φαίνεται επίσης ότι παντρεύτηκε μια τραγουδίστρια που λεγόταν Vana Verouti και είχε κάνει φωνητικά σε ορισμένα από τα τραγούδια του, για πρώτη φορά μαζί του στο «La Fête sauvage» που ηχογραφήθηκε το 1975 και κυκλοφόρησε το 1976. Δεν είναι δημοσίως γνωστό πού κατοικεί ο συνθέτης. Έχει δηλώσει ότι ταξιδεύει, αντί να εγκατασταθεί σε ένα συγκεκριμένο μέρος ή χώρα για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Ως χόμπι, απολαμβάνει τη ζωγραφική. Η πρώτη του έκθεση τέχνης με 70 έργα ζωγραφικής πραγματοποιήθηκε στη Βαλένθια της Ισπανίας το 2003.

 

12) Alexandre Desplat

Ο Αλεξάντρ Μισέλ Ζεράρ Ντεσπλά (Alexandre Michel Gérard Desplat), γεννημένος στις 23 Αυγούστου 1961, είναι Γάλλος, ελληνικής καταγωγής, πολυβραβευμένος συνθέτης κυρίως μουσικής ταινιών. Γεννήθηκε στο Παρίσι από Γάλλο πατέρα και Ελληνίδα μητέρα (Katie Ladopoulou). Έχει υπάρξει 9 φορές υποψήφιος για Όσκαρ. Κέρδισε 2 φορές το βραβείο Όσκαρ για τη μουσική των ταινιών «The Grand Budapest Hotel» (2014) και «The Shape of Water» (2017). Επίσης, έχει υπάρξει 8 φορές υποψήφιος για César (κερδίζοντας 3), 7 φορές υποψήφιος για BAFTA (κερδίζοντας 1) και 6 φορές υποψήφιος για Grammy (κερδίζοντας τελικά 2). Έγραψε μουσική για περισσότερες από 100 ταινίες.

 

13) James Horner (1953-2015)

Αμερικανός συνθέτης και μαέστρος. Ήταν γνωστός για το συνδυασμό χορωδιακών και ηλεκτρονικών στοιχείων και για τη συχνή χρήση μοτίβων που σχετίζονται με την κέλτικη μουσική. Κέρδισε δύο βραβεία Όσκαρ, έξι Grammy Awards, δύο Golden Globes, τρία Satellite Awards, τρία Saturn Awards, και ήταν υποψήφιος για τρία BAFTA Awards. Παράλληλα ήταν και πιλότος, αλλά σκοτώθηκε ενώ πετούσε με αεροσκάφος.

 

14) Graeme Revell

Διάσημος συνθέτης, γεννημένος στη Νέα Ζηλανδία το 1955. Μερικές από τις πιο γνωστές μουσικές ταινιών που έγραψε είναι : Dead Calm (1989), The Crow (1994), Lara Croft: Tomb Raider (2001) κ.α.

 

15) Clint Mansell

Ο Κλίντον Ντάριλ "Κλιντ" Μάνσελ είναι Άγγλος μουσικός, συνθέτης, και πρώην τραγουδιστής και κιθαρίστας. Ασχολήθηκε με τη σύνθεση μουσικών θεμάτων για κινηματογραφικά έργα, κυρίως λόγω της φιλίας του με το σκηνοθέτη Ντάρεν Αρονόφσκι (Darren Aronofsky), ο οποίος τον προσέλαβε για να γράψει το θέμα της πρώτης του ταινίας. Έγινε όμως κυρίως γνωστός από τη σύνθεση του μουσικού θέματος της ταινίας του Αρονόφσκι «Ρέκβιεμ για ένα όνειρο», με την εξαιρετικά δημοφιλή κύρια σύνθεσή του, "Lux AETERNA", το οποίο έκτοτε έχει χρησιμοποιηθεί σε πολλές διαφημίσεις και τρέιλερ ταινιών.

 

16) Nino Rota (1912-1979)

Ο Νίνο Ρότα (Giovanni "Nino" Rota Rinaldi, 3 Δεκεμβρίου 1912 - 10 Απριλίου 1979) ήταν Ιταλός συνθέτης από το Μιλάνο. Έγινε διάσημος για τη μουσική που έγραψε για την ταινία «Ο Νονός», αλλά και για τη μακροχρόνια συνεργασία του με τον Φεντερίκο Φελίνι. Τιμήθηκε με το βραβείο Όσκαρ για τη μουσική του στην ταινία «Νονός ΙΙ» το 1975. Έχει γράψει μουσική για πάνω από 100 ταινίες, αλλά και για 10 όπερες, 5 μπαλέτα και αρκετές συμφωνικές συνθέσεις.

 

17) Angelo Badalamenti

Ο Μπανταλαμέντι γεννήθηκε στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης από Ιταλοαμερικάνους γονείς. Άρχισε μαθήματα πιάνου σε ηλικία οκτώ ετών και στην εφηβεία του συνόδευε τα καλοκαίρια στο πιάνο τραγουδιστές σε θέρετρα. Πήρε δίπλωμα από τη Σχολή Μουσικής Ήστμαν και κατόπιν μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών στη σύνθεση, στο γαλλικό κόρνο και στο πιάνο από τη Σχολή Μουσικής του Μανχάταν το 1960. Συνεργάσθηκε με το σκηνοθέτη David Lynch, για την τηλεοπτική σειρά «Ο ύποπτος κόσμος του Τουίν Πηκς», την ταινία «Mulholland Drive» και άλλα.

 

18) Harold Faltermeyer

Γερμανός μουσικοσυνθέτης και παραγωγός δίσκων, γνωστότερος για τη μουσική που έγραψε για τον κινηματογράφο (cinema), κυρίως για τις ταινίες «Top Gun» (σε συνεργασία με τον Giorgio Moroder) και «Ο Μπάτσος του Μπέβερλι Χιλς», για τη μουσική των οποίων τιμήθηκε με δύο Βραβεία Grammy.

 

19) Jonathan Elias   

Συνθέτης, παραγωγός δίσκων και μουσικός, γνωστός για τα soundtrack που έγραψε (όπως π.χ. το Children of the Corn του 1984), την παραγωγή αρκετών ποπ και ροκ δίσκων και τη βραβευμένη διαφημιστική του μουσική. Γεννήθηκε το 1956 στη Νέα Υόρκη. Άρχισε να παίζει πιάνο σε ηλικία 6 χρονών και να συνθέτει σε ηλικία 12 χρονών. Του άρεσε η ροκ μουσική, αλλά παράλληλα θαύμαζε το Béla Bartók, τον Igor Stravinsky και το Sergei Rachmaninoff.

 

20) Craig Safan   

Αμερικανός συνθέτης για ταινίες και τηλεοπτικές εκπομπές, του οποίου οι πιο γνωστές δουλειές είναι οι εξής : A Nightmare on Elm Street 4: The Dream Master (1988), The Last Starfighter, Mr. Wrong, Stand and Deliver, Fade to Black, Major Payne, Remo Williams: The Adventure Begins.